ΠΗΓΗ
Πληθυσμιακές μετακινήσεις
… Ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν αδιάκοπη ανακατανομή πληθυσμού στον οθωμανικό χώρο. Ανάμεσα σε πολλούς άλλους παράγοντες, η αναζωπύρωση των εμπορικών σχέσεων της Αυτοκρατορίας με τη Δύση, η παρακμή των ιταλικών εμπορικών πόλεων και η παραίτησή τους από το χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, η εσωτερική αποσύνθεση της Αυτοκρατορίας που επέτρεψε το σχηματισμό τοπικών πασαλικιών και η αργή διείσδυση αυστριακών και ρωσικών επιδράσεων, είχαν σαν αποτέλεσμα την αδιάκοπη μετατόπιση των «εμπορικών δρόμων» και την επαναλειτουργία του οδικού συγκοινωνιακού δικτύου, που ένωνε την Ανατολή με την Κεντρική Ευρώπη και είχε διακοπεί στην Τουρκοκρατία.
Αυτό επέφερε μια σταδιακή μετατροπή των κοινωνικών αιτίων που βρίσκονται στη βάση των αδιάκοπων πληθυσμιακών μετακινήσεων, οι οποίες χαρακτηρίζουν τη βαλκανική χερσόνησο. Την οικονομική ανασφάλεια, τους πολέμους και τις περιοδικές σκληρύνσεις της οθωμανικής καταπίεσης, τις διαδέχονταν απόπειρες λαϊκών εξεγέρσεων, που αποτελούν την αφετηρία μιας ολόκληρης σειράς μεταναστευτικών ρευμάτων «φυγής», από τα χαρακτηριστι-κά των πρώτων χρόνων της Pax Ottomanica. Μετά το 1700 θα προστεθούν και τ’ αποτελέσματα του οικονομικού ανοίγματος του Βαλκανικού χώρου στην παγκόσμια αγορά.
Σημαντικά αποτελέσματα προκύπτουν από αυτή τη μεταβολή του χαρακτήρα των πληθυσμιακών μετακινήσεων: Ενώ οι προηγούμενες μεταναστεύσεις είχαν χαρακτήρα μαζικής εκκένωσης των περιοχών που εγκαταλείπονταν, συνεπιφέροντας διαδοχικές αποδιαρθρώσεις του οικονομικού βαλκανικού χώρου, αντίθετα, οι μετακινήσεις πληθυσμών του 18ου αιώνα, στην πλειοψηφία τους συντελέσανε σε μια αυξανόμενη οικονομική ανασύνθεση του αυτού χώρου.
Αποτέλεσμα ήταν να συμβεί μια κάποια οικονομική «απογείωση», αισθητή σ’ ολόκληρη την περιοχή. Η επαναλειτουργία του εμπορίου διηπειρωτικής κλίμακας, σε μια ολοένα και ευρύτερη έκταση, έδωσε νέο προσανατολισμό στις καλλιέργειες, δηλαδή προς εξαγώγιμα προϊόντα που θα κατευθύνονταν σε μια ευρωπαϊκή αγορά που επεκτεινόταν συνεχώς. Ταυτόχρονα, παρατηρούμε μιαν απαρχή συστηματικών βιοτεχνικών δραστηριοτήτων που προσανατολίζονται επίσης προς την εξαγωγή. Συγκεντρωμένες κυρίως στις ορεινές περιοχές, τόσο η εξαγωγική αγροτική παραγωγή, όσο και η βιοτεχνία που στηριζόταν στα εγχώρια προϊόντα, αποτέλεσαν τη βάση της δόμησης των εμπορευματικών στρωμάτων τα οποία στο σύνολό τους σχεδόν απασχολούνταν με τις εξαγωγές. Αυτός ακριβώς ο προσανατολισμός προς την εξαγωγή σημαδεύει τη γενικότερη ανάπτυξη των νέων αυτών στρωμάτων, στα οποία προστίθεται το δίκτυο των μεταφορέων. Αν πάρουμε υπόψη μας την υποτυπώδη κατάσταση
των δρόμων και των μεταφορικών μέσων, η εγκαθίδρυση ενός συστήματος εμπορικών σχέσεων στηρίζεται αναγκαστικά σ’ ένα μόνιμο δίκτυο υποχρεωτικών σταθμών των μεταφορέων και διαμεσολαβητών, σ’ όλο το δρόμο που οδηγούσε από τους τόπους παραγωγής στα καταναλωτικά κέντρα της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης.
Έτσι, η αδιάκοπη πληθυσμιακή μετακίνηση, όχι μόνον δεν αποτέλεσε στοιχείο αποδιάρθρωσης αλλά, αντίθετα, συνετέλεσε άμεσα στη σφυρηλάτηση μιας κοινής εθνικής συνείδησης: Η ελληνική διασπορά των Βαλκανίων, της εγγύς Ανατολής και του εξωτερικού ήταν κάτι περισσότερο από ένας απλός γεωγραφικός κατακερματισμός: αποτέλεσε ένα πάγιο δίκτυο μόνιμης επικοινωνίας, ένα ολοένα συνθετότερο πλέγμα οδών, ανθρώπινων συναλλαγών και κυοφορούμενων συμφερόντων. Με την έννοια αυτή η εγχάραξη της εθνικής συνείδησης δεν προηγήθηκε, αλλά ακολούθησε τη διαδικασία της αποσύνθεσης των τουρκικών περιοχών που κατοικούνταν από μόνιμους ντόπιους πληθυσμούς. Και η ελληνική ιδεολογική κοινότητα, στην εποχή της Ανεξαρτησίας, συγκροτείται με βάση τις νέες μορφές του γεωγραφικού της κατακερματισμού …
1. Η ανάπτυξη του ελληνικού εθνικισμού πραγματώνεται παράλληλα με έναν κατακερματισμό του ελληνόφωνου πληθυσμού στο χώρο, ο οποίος εκφράζεται στο γεωγραφικό του διασκορπισμό. Σε μεγάλο βαθμό, το ελληνικό εθνικό σώμα συγκροτήθηκε από ένα άθροισμα μειονοτήτων που εισχώρησαν στα επικρατούντα εθνικά και γλωσσικά σύνολα. Αν εξαιρέ-σουμε το νοτιότερο τμήμα της βαλκανικής χερσονήσου και τα νησιά, μπορούμε να πούμε πως ο ελληνικός εθνικισμός, από τη στιγμή που εμφανίστηκε με την «αστική» του μορφή, δομήθηκε ιδεολογικά πάνω σε μια ευρύτατη και κατακερματισμένη εδαφική βάση.
2. Η ιδεολογική ομοιογένεια του ελληνικού εθνικού συνόλου διασφαλίστηκε από τους παραδοσιακούς εκκλησιαστικούς μηχανισμούς, με τη μεσολά-βηση μιας αδιάκοπης πληθυσμιακής μετακίνησης. Αυτή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη συνεχή επαναδραστηριοποίηση της εθνικής ιδεο-λογίας στους κόλπους τελείως ανομοιογενών πληθυσμιακών συνόλων. Ακριβώς αυτή η μετακίνηση πάλι, είχε σαν αποτέλεσμα την άμεση διοχέτευση της ευρωπαϊκής αστικής ιδεολογίας στο βαλκανικό χώρο.
3. Το κοινωνικό στρώμα που υπήρξε ο κύριος φορέας της εθνικής ιδεολογίας, δηλαδή η εμπορευματική αστική τάξη, ήταν ελληνόφωνο και πανβαλκανικό, ενώ παράλληλα βρισκόταν σε συνεχή επαφή με την ανερχόμενη αστική τάξη των δυτικοευρωπαϊκών χωρών.
4. Η ελληνόφωνη αυτή τάξη, διέδωσε τον ελληνικό εθνικισμό που χρονικά προηγήθηκε από αντίστοιχα εθνικά κινήματα στους κόλπους άλλων εθνοτήτων που κατοικούσαν στις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρα-τορίας.
Κ. Τσουκαλά, Εξάρτηση και αναπαραγωγή, σσ. 46-50
Λαμβάνοντας υπόψη σας το περιεχόμενο της πηγής:
α) Να παρουσιάσετε το χαρακτήρα της αδιάκοπης ανακατανομής πληθυσμού στον οθωμανικό χώρο κατά τον 18ο αιώνα.
β) Να αναλύσετε τα αποτελέσματα αυτών των μεταναστεύσεων.
γ) Να τεκμηριώσετε την άποψη ότι «η ελληνική αστική τάξη που εμφανίστηκε δομήθηκε πάνω σε μια ευρύτατη και κατακερματισμένη εδαφική βάση».
Πληθυσμιακές μετακινήσεις
… Ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν αδιάκοπη ανακατανομή πληθυσμού στον οθωμανικό χώρο. Ανάμεσα σε πολλούς άλλους παράγοντες, η αναζωπύρωση των εμπορικών σχέσεων της Αυτοκρατορίας με τη Δύση, η παρακμή των ιταλικών εμπορικών πόλεων και η παραίτησή τους από το χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, η εσωτερική αποσύνθεση της Αυτοκρατορίας που επέτρεψε το σχηματισμό τοπικών πασαλικιών και η αργή διείσδυση αυστριακών και ρωσικών επιδράσεων, είχαν σαν αποτέλεσμα την αδιάκοπη μετατόπιση των «εμπορικών δρόμων» και την επαναλειτουργία του οδικού συγκοινωνιακού δικτύου, που ένωνε την Ανατολή με την Κεντρική Ευρώπη και είχε διακοπεί στην Τουρκοκρατία.
Αυτό επέφερε μια σταδιακή μετατροπή των κοινωνικών αιτίων που βρίσκονται στη βάση των αδιάκοπων πληθυσμιακών μετακινήσεων, οι οποίες χαρακτηρίζουν τη βαλκανική χερσόνησο. Την οικονομική ανασφάλεια, τους πολέμους και τις περιοδικές σκληρύνσεις της οθωμανικής καταπίεσης, τις διαδέχονταν απόπειρες λαϊκών εξεγέρσεων, που αποτελούν την αφετηρία μιας ολόκληρης σειράς μεταναστευτικών ρευμάτων «φυγής», από τα χαρακτηριστι-κά των πρώτων χρόνων της Pax Ottomanica. Μετά το 1700 θα προστεθούν και τ’ αποτελέσματα του οικονομικού ανοίγματος του Βαλκανικού χώρου στην παγκόσμια αγορά.
Σημαντικά αποτελέσματα προκύπτουν από αυτή τη μεταβολή του χαρακτήρα των πληθυσμιακών μετακινήσεων: Ενώ οι προηγούμενες μεταναστεύσεις είχαν χαρακτήρα μαζικής εκκένωσης των περιοχών που εγκαταλείπονταν, συνεπιφέροντας διαδοχικές αποδιαρθρώσεις του οικονομικού βαλκανικού χώρου, αντίθετα, οι μετακινήσεις πληθυσμών του 18ου αιώνα, στην πλειοψηφία τους συντελέσανε σε μια αυξανόμενη οικονομική ανασύνθεση του αυτού χώρου.
Αποτέλεσμα ήταν να συμβεί μια κάποια οικονομική «απογείωση», αισθητή σ’ ολόκληρη την περιοχή. Η επαναλειτουργία του εμπορίου διηπειρωτικής κλίμακας, σε μια ολοένα και ευρύτερη έκταση, έδωσε νέο προσανατολισμό στις καλλιέργειες, δηλαδή προς εξαγώγιμα προϊόντα που θα κατευθύνονταν σε μια ευρωπαϊκή αγορά που επεκτεινόταν συνεχώς. Ταυτόχρονα, παρατηρούμε μιαν απαρχή συστηματικών βιοτεχνικών δραστηριοτήτων που προσανατολίζονται επίσης προς την εξαγωγή. Συγκεντρωμένες κυρίως στις ορεινές περιοχές, τόσο η εξαγωγική αγροτική παραγωγή, όσο και η βιοτεχνία που στηριζόταν στα εγχώρια προϊόντα, αποτέλεσαν τη βάση της δόμησης των εμπορευματικών στρωμάτων τα οποία στο σύνολό τους σχεδόν απασχολούνταν με τις εξαγωγές. Αυτός ακριβώς ο προσανατολισμός προς την εξαγωγή σημαδεύει τη γενικότερη ανάπτυξη των νέων αυτών στρωμάτων, στα οποία προστίθεται το δίκτυο των μεταφορέων. Αν πάρουμε υπόψη μας την υποτυπώδη κατάσταση
των δρόμων και των μεταφορικών μέσων, η εγκαθίδρυση ενός συστήματος εμπορικών σχέσεων στηρίζεται αναγκαστικά σ’ ένα μόνιμο δίκτυο υποχρεωτικών σταθμών των μεταφορέων και διαμεσολαβητών, σ’ όλο το δρόμο που οδηγούσε από τους τόπους παραγωγής στα καταναλωτικά κέντρα της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης.
Έτσι, η αδιάκοπη πληθυσμιακή μετακίνηση, όχι μόνον δεν αποτέλεσε στοιχείο αποδιάρθρωσης αλλά, αντίθετα, συνετέλεσε άμεσα στη σφυρηλάτηση μιας κοινής εθνικής συνείδησης: Η ελληνική διασπορά των Βαλκανίων, της εγγύς Ανατολής και του εξωτερικού ήταν κάτι περισσότερο από ένας απλός γεωγραφικός κατακερματισμός: αποτέλεσε ένα πάγιο δίκτυο μόνιμης επικοινωνίας, ένα ολοένα συνθετότερο πλέγμα οδών, ανθρώπινων συναλλαγών και κυοφορούμενων συμφερόντων. Με την έννοια αυτή η εγχάραξη της εθνικής συνείδησης δεν προηγήθηκε, αλλά ακολούθησε τη διαδικασία της αποσύνθεσης των τουρκικών περιοχών που κατοικούνταν από μόνιμους ντόπιους πληθυσμούς. Και η ελληνική ιδεολογική κοινότητα, στην εποχή της Ανεξαρτησίας, συγκροτείται με βάση τις νέες μορφές του γεωγραφικού της κατακερματισμού …
1. Η ανάπτυξη του ελληνικού εθνικισμού πραγματώνεται παράλληλα με έναν κατακερματισμό του ελληνόφωνου πληθυσμού στο χώρο, ο οποίος εκφράζεται στο γεωγραφικό του διασκορπισμό. Σε μεγάλο βαθμό, το ελληνικό εθνικό σώμα συγκροτήθηκε από ένα άθροισμα μειονοτήτων που εισχώρησαν στα επικρατούντα εθνικά και γλωσσικά σύνολα. Αν εξαιρέ-σουμε το νοτιότερο τμήμα της βαλκανικής χερσονήσου και τα νησιά, μπορούμε να πούμε πως ο ελληνικός εθνικισμός, από τη στιγμή που εμφανίστηκε με την «αστική» του μορφή, δομήθηκε ιδεολογικά πάνω σε μια ευρύτατη και κατακερματισμένη εδαφική βάση.
2. Η ιδεολογική ομοιογένεια του ελληνικού εθνικού συνόλου διασφαλίστηκε από τους παραδοσιακούς εκκλησιαστικούς μηχανισμούς, με τη μεσολά-βηση μιας αδιάκοπης πληθυσμιακής μετακίνησης. Αυτή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη συνεχή επαναδραστηριοποίηση της εθνικής ιδεο-λογίας στους κόλπους τελείως ανομοιογενών πληθυσμιακών συνόλων. Ακριβώς αυτή η μετακίνηση πάλι, είχε σαν αποτέλεσμα την άμεση διοχέτευση της ευρωπαϊκής αστικής ιδεολογίας στο βαλκανικό χώρο.
3. Το κοινωνικό στρώμα που υπήρξε ο κύριος φορέας της εθνικής ιδεολογίας, δηλαδή η εμπορευματική αστική τάξη, ήταν ελληνόφωνο και πανβαλκανικό, ενώ παράλληλα βρισκόταν σε συνεχή επαφή με την ανερχόμενη αστική τάξη των δυτικοευρωπαϊκών χωρών.
4. Η ελληνόφωνη αυτή τάξη, διέδωσε τον ελληνικό εθνικισμό που χρονικά προηγήθηκε από αντίστοιχα εθνικά κινήματα στους κόλπους άλλων εθνοτήτων που κατοικούσαν στις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρα-τορίας.
Κ. Τσουκαλά, Εξάρτηση και αναπαραγωγή, σσ. 46-50
Λαμβάνοντας υπόψη σας το περιεχόμενο της πηγής:
α) Να παρουσιάσετε το χαρακτήρα της αδιάκοπης ανακατανομής πληθυσμού στον οθωμανικό χώρο κατά τον 18ο αιώνα.
β) Να αναλύσετε τα αποτελέσματα αυτών των μεταναστεύσεων.
γ) Να τεκμηριώσετε την άποψη ότι «η ελληνική αστική τάξη που εμφανίστηκε δομήθηκε πάνω σε μια ευρύτατη και κατακερματισμένη εδαφική βάση».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου